Από χθες η χώρα έχει κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, εθνικής ομοψυχίας και εθνικής ενότητας. Έτσι, τουλάχιστον, μας ανακοίνωσαν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι και εμείς λόγο δεν έχουμε να αμφισβητήσουμε την ακεραιότητα των λέξεων που κατά καιρούς χρησιμοποιούν. Τους Αρμόδιους και τους Αριστογείτονες, εξάλλου, από αρχαιοτάτων χρόνων μάθαμε να...
τους τιμούμε. Τι και αν αυτοί σκότωσαν τον μισητό Πεισιστρατίδη από ερωτικό καπρίτσιο. Εμείς τυραννοκτόνους τους ονομάσαμε, προασπιστές της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας μας τους ανακηρύξαμε και έκτοτε τους στήνουμε αγάλματα στη μέση της πλατείας, τυπώνουμε νομίσματα με το ηρωικό τους προσωπείο, ενώ τους συγγενείς και φίλους τους δημοσία δαπάνη συντηρούμε τόσα χρόνια. Αυτό μας έλειπε, λοιπόν, να αμφισβητήσουμε την ειλικρίνεια των, περί πολλού, αρμοδίων. Κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, ομοψυχίας και ενότητας, λοιπόν, και ας το βουλώσουν οι ενοχλητικές μοιρολογίστρες. Δεν ταιριάζουν οι οιμωγές τους στις επιβλητικές τελετές ορκωμοσίας που στήσαμε πριν από λίγες μέρες!
Έτσι όμορφα και τακτικά θα ήταν όλα τους, καλώς καμωμένα κατά το Σύνταγμα και επαρκώς συμμαζεμένα κατά πως απαιτούν οι δύσκολοι καιροί που έρχονται, αν δεν ήμουν λιγάκι αγύριστο κεφάλι και δεν συνήθιζα να βλέπω τη νεοελληνική κουτοπονηριά πίσω από κάθε πράξη της πολιτικής μου τάξης. Ούνα φάτσα ούνα ράτσα είμαστε, εξάλλου, δε μπορεί να με γελάσει εμένα. Χαλνώ, λοιπόν, το πανηγύρι της και της επιστρέφω τα γλυκερά χαμόγελα και τις ευγενικές φιλοφρονήσεις.
Η επιλογή του Παπαδήμου- ανόρεχτη επιλογή ενός εξίσου ανορεξικού πολιτικού συστήματος- γέμισε ελπίδες ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος, το οποίο πίστεψε πως η τοποθέτηση ενός σοβαρού τεχνοκράτη στην πρωθυπουργία της χώρας θα μπορούσε να ξεμπροστιάσει τη διαχρονική ανικανότητα του πολιτικού μας συστήματος. Θα αρκούσαν λίγες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, κυβερνητικές αποφάσεις και ένας ολιγόχρονος σχεδιασμός υλοποίησης τους, προκειμένου να αντιληφθεί ο μέσος πολίτης αυτής της χώρας το συντεχνιακό, διαπλεκόμενο, κομπραδόρικο και κλεπτοκρατικό του μεταπολιτευτικού συστήματος εξουσίας. Θα αρκούσαν ευάριθμες επιλογές ουσίας και ισόποσες νομοθετικές πρωτοβουλίες για να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας το πόσο αποτυχημένο είναι αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης που έχουμε φτιάξει και υπηρετήσει σχεδόν όλοι μας. Ένα μοντέλο εξουσίας φτιαγμένο στα μέτρα του λαϊκισμού και της εκλογικής αντιπαροχής με το ψηφοφόρο να εκχωρεί την αρμοδιότητα του στον πολιτικό εργολαβίσκο για να του προσφέρει αυτός, άκοπα και δίχως καμία εργασία, οροφοδιαμέρισμα ρετιρέ με όλα τα κομφόρ. Και όλα αυτά με δυο σπιθαμές εκλογικό δικαίωμα!
Και, ίσως, τότε άλλαζε και το μέσα μας. Ίσως τότε βρίσκαμε το κουράγιο να μαζέψουμε τις τσακισμένες ελπίδες μας από τα «θα» των φαφλατάδων και να υποστηρίξουμε με ανιδιοτέλεια ένα νέο πολιτικό ήθος διακυβέρνησης. Με συνοδοιπόρους τα άξια στελέχη των δυο μεγάλων κομμάτων εξουσίας που θα έβρισκαν τη δύναμη να αποτινάξουν από πάνω τους τις παλαιοκομματικές δουλείες και να συσπειρωθούν γύρω από μια νέα πολιτική δύναμη ανανέωσης- τι να σε κάνω μωρέ Αντρέα που μου μαγάρισες τη λέξη αλλαγή και δεν μπορώ να την βάλω στα θεμέλια του νέου που ονειρεύομαι!
Και όλα αυτά από έναν τραπεζίτη. Από έναν απόφοιτο του ΜΙΤ, με διδακτορικό στα οικονομικά. Δηλωτικό και αυτό της πολιτικής μας ορφάνιας, λογικό επακολούθημα του προβαδίσματος που δίναμε στην αιρετότητα έναντι της στοιχειώδους ευστροφίας.
Και όμως. Ο παλαιοκομματισμός αυτής της χώρας, πιστός στις αγαπημένες του συνήθειες, φρόντισε να αφήσει το στίγμα του και στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Φοβάται, βλέπεις, μήπως σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και η κυβέρνηση αυτή αποδειχτεί αλλιώτικη από τις άλλες. Και ο κόσμος καταλάβει. Γι’ αυτό, λοιπόν, φόρτωσε όλους τους περαστικούς στη ράχη της. «Πού θα πάει; Θα λυγίσει», σκέφτηκε και ευθύς αμέσως αναθάρρησε!
Πενήντα άτομα χρειάστηκαν για να ξορκίσουν τον εφιάλτη της εθνικής μας χρεοκοπίας. Πενήντα άτομα στριμώχτηκαν στον προθάλαμο της εξουσίας για να μας χαρίσουν την απαραίτητη διακομματική συστράτευση ως λυτρωτική στάχτη στα μάτια. Πενήντα υπουργικά μεροκάματα για λίγα δράμια αισιοδοξίας, την ώρα που κόβουνε μισθούς και συντάξεις. Ακόμα και στην κρίση, ακριβές συνήθειες φανερώνουν οι αθεόφοβοι. Και συγγνώμη που το επαναλαμβάνω, αλλά δεν υπάρχει φράγκο. Αυτή τη Δημοκρατία των πενήντα νοματαίων να την πληρώσετε εσείς. Εμείς αδυνατούμε. Να βγείτε αύριο και να πείτε πως θα δουλέψετε επί τρείς μήνες αφιλοκερδώς. Πως θα εργαστείτε για μια φορά στη ζωή σας για τους πολίτες αυτής της χώρας. Και δεν είναι τα χιλιάδες ευρώ που πρέπει να σας δώσω. Χαλάλι σας, αν είναι για του Δήμου τα καπρίτσια. «Είναι η σημειολογία, ανόητε»,που θα έλεγαν και οι φίλοι μας οι Αμερικάνοι!
Γι’ αυτό, λοιπόν, αγαπητέ εντολοδόχε- έτσι σε ονομάζουνε τα χτικιάρικα των κομματικών επιτελείων για να σου χαμηλώσουν το ανάστημα – δεν προσμένω και πολλά από τη νέα κυβέρνηση συνεργασίας. Γιατί ξέρω, εγώ ο λιλιπούτειος μέσα σε αυτό τον κόσμο των γιγάντων, πως δεν θα σας αφήσουνε να κάνετε ρούπι πέρα από τη διαχείριση της δανειακής μας σύμβασης. Δεν θα σας επιτρέψουνε να αλλάξετε τίποτα απολύτως . Εξ ου και το πολυπληθές της επιτήρησης. «Και αυτή η λαμπερή μιζέρια, αυτή η ανία που βασιλεύει ανάμεσα στο σιχαμερό πλήθος που διαγκωνίζεται εδώ; Αυτή η λατρεία της ιεραρχίας που κυριαρχεί μεταξύ τους και ο τρόπος με τον οποίο καραδοκούν και προσέχουν πως θα ξεπεράσει ο ένας τον άλλον έστω και ένα βηματάκι; Τα πιο άθλια, τα πιο αξιοθρήνητα πάθη εντελώς απροκάλυπτα». Μα αυτό αγαπητέ μου πού το πάτε; Βγάλανε πάλι σεργιάνι τη λαμπερή τους μιζέρια και διαγκωνίζονται για το βηματάκι εμπρός. Και εσείς μου λέτε θα υπηρετήσουμε το έθνος. Με ποιους ακριβώς;
Ας είναι. Μια καλή επιτυχία τη δικαιούστε εκ των πραγμάτων. Τον όρκο σας μονάχα φροντίστε να τιμήσετε, γιατί εμείς οι ανωμοτί πολίτες αυτής της χώρας, τέτοιες εξαρτήσεις από όρκους δεν έχουμε. Στη χλεύη γκρεμοτσακίζουμε όποιον πισώπλατα πάει να μας τη φέρει…
*Ο Τάσος Φούντογλου είναι ειδικευόμενος νεφρολόγος στο Γενικό Νοσοκομείο της Πτολεμαΐδας.