Η ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής είναι μια από τις πλέον χαρακτηριστικές του Εκκλησιαστικού έτους, με τις ακολουθίες της το λειτουργικό και υμνογραφικό πλούτο της. Το βράδυ, από άκρη σε άκρη της γης, οι Ελληνες.., οι Ορθόδοξοι, ψάλλουν το "Ω γλυκύ μου έαρ", καθώς το πένθος κορυφώνεται. Κρατώντας αναμμένα κεριά, ακολουθούν τις περιφορές των Επιταφίων, που είναι στολισμένοι με πολύχρωμα λουλούδια.
Η συγκίνηση κορυφώνεται , όταν μετά την περιφορά το σύνολο τού εκκλησιάσματος εισέρχεται πάλι στο ναό διαβαίνοντας κάτω από τον Επιτάφιο, που στην επαρχία τον συγκρατούν ψηλά τα μόλις απολυθέντα από το στρατό παλληκάρια. Με τον τρόπον αυτό παίρνουν οι πιστοί την ευλογία που θα τους συντροφέψει μέχρι τού χρόνου. Καταβαίνουν έτσι και οι άνθρωποι, για μια στιγμή, στον τάφο τού Χριστού. Θάβονται μαζι του για να συναναστηθούν το επόμενο βράδυ.
Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μέρα απόλυτου πένθους. Σε πολλά χωριά οι χωρικοί δεν στρώνουν τραπέζι όλη μέρα παρά βάζουν στο τραπέζι ένα πιάτο με ξύδι όπου όλοι βουτούν το ψωμί και το γεύονται για να συμμεριστούν το Πάθος του Χριστού. Επειδή η Μεγάλη Παρασκευή θεωρείται η μέρα των νεκρών οι άνθρωποι ευπρεπίζουν τους τάφους γιατί πιστεύουν ότι με την Ανάσταση θα έρθουν από τον κάτω κόσμο οι νεκροί και πρέπει να βρουν τους τάφους τους περιποιημένους. Σύμφωνα με την παράδοση τη Μεγάλη Παρασκευή το ράψιμο και το κάρφωμα είναι δουλειές απαγορευμένες. Τα ρούχα που ράβονταν εκείνη την ημέρα θεωρούνταν κακότυχα καθώς πίστευαν ότι θα είχαν την τύχη των ρούχων του Χριστού.